Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

Η εξαφάνιση του Αλεξανδρινού ελληνισμού στο Αφγανιστάν από τους Κινέζους γεννάει σημερινά ερωτήματα (της Παρθένας Τσοκτουρίδου)

 

Οι σχέσεις του Αφγανιστάν με την αρχαία Ελλάδα υπήρξαν άλλοτε πολύ σημαντικές. Είναι γνωστό πως ο Μ. Αλέξανδρος το είχε κατακτήσει και είχε ιδρύσει ορισμένες πόλεις, όπως η Αλεξάνδρεια η εν Αραχωσία, το σημερινό Κανταχάρ.

Την πόλη αυτή κατόπιν παραχώρησε ο Σέλευκος στον Ινδό βασιλιά Σανδρόκοττο, αντί πεντακοσίων ελεφάντων. Λίγο αργότερα εγκαταστάθηκε στην Βακτριανή, σημερινή Μπαλχ, ελληνική δυναστεία, της οποίας η εξουσία επεκτεινότανε επί δύο αιώνες σ’ όλο σχεδόν το σημερινό Αφγανιστάν.

Από τότε η ελληνική επιρροή άρχισε να εξαφανίζεται, όμως, ακόμη και σήμερα ανακαλύπτονται στο Αφγανιστάν νομίσματα Αλεξανδρινής εποχής και άλλες αρχαιότητες.

Λέγεται δε πως οι μυστηριώδεις ειδωλολάτρες Κιαφίρ (Άπιστοι) διατηρούν σοβαρά ίχνη της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, σε αντίθεση με το Μωαμεθανικό Σουννιτικό  τους περιβάλλον (Ορθόδοξοι Μωαμεθανοί) και ότι είναι απόγονοι Ελλήνων, που διατηρούν στις φλέβες τους ελληνικό αίμα.

Κατά τις παραδόσεις των ίδιων είναι απόγονοι παλιών στρατιωτών του Σικαντάρ, ο οποίος έφτασε στα βουνά τους από τα βάθη της Δύσης, εννοώντας πιθανόν τον Μ. Αλέξανδρο, τον Ισκεντέρ των Ασιατικών λαών.

Σχετικό απόσπασμα του Γ. Κιτσόπουλου σε γραφές του αναφέρεται σχετικά με ένα από τα κατακτητικά περάσματα του Μ. Αλεξάνδρου από κει…

- «(327 π.Χ.)…Το άλλο πρωί ανεβήκαν στο φρούριο και οι άλλοι στρατιώτες του εκστρατευτικού σώματος. Μια ισχυρή φρουρά εγκαταστάθηκε και η διοίκηση της ανατέθηκε στον Ινδό Σισίκοτο, που από καιρό είχε καταφύγει στη Βακτριανή και ήταν έμπιστος του Αλεξάνδρου. Η Άορνος από δω και πέρα, θα αποτελούσε έναν από τους γερούς κρίκους της αμυντικής αλυσίδας, που είχε με τη βοήθεια του Κρατερού εγκαταστήσει ο Αλέξανδρος σε ολόκληρη τη βορειοδυτική Ινδία. Και για να δώσει επισημότητα στην κατάληψη της, ο Αλέξανδρος πρόσφερε θυσίες στους θεούς και τίμησε τον Ηρακλή, που σύμφωνα με την παράδοση, είχε φτάσει κι αυτός ως εκεί…» 

Η τελική εξαφάνιση του ελληνισμού από εκείνη την Ασιατική περιοχή οφείλεται στους Κινέζους. Από επιγραφές που βρέθηκαν μεταγενέστερα (40-45 μ.Χ.), ο Κινέζος βασιλιάς Κιέου-Τσέου Κιό κατόρθωσε να επεκτείνει την κυριαρχία του από την Κεντρική Κίνα μέχρι την Κασπία θάλασσα.

Συνέτριψε την αντίσταση της Καβούλ με τους ελέφαντές του και τις πολιορκητικές του μηχανές, κατέστρεψε, κατάσφαξε κι εκδίωξε τον ελληνικό πληθυσμό, που μιλούσε μάλιστα τότε την ντόπια γλώσσα «Χαροσθί» κι εξαφάνισε από προσώπου γης όλο το ελληνικό στοιχείο που άνθιζε κι άκμαζε αναπτυσσόμενο ως εστία του ελληνικού πολιτισμού στην Ασιατική εκείνη περιοχή.

Σύμφωνα με τα ως άνω ιστορικά γραφόμενα, λοιπόν, τίθενται τα εξής ερωτήματα στους Έλληνες, τα οποία σαφώς γεννούν κι άλλα ερωτήματα και θέματα προς συζήτηση:

Οι σημερινοί Έλληνες πρέπει να παύσουν να έχουν ουσιαστική επαφή με την προγενέστερη ιστορία  του κόσμου στο ρεύμα της πολυτάραχης εποχής μας;

Πρέπει να διατηρούν μέσα τους θολή και μπερδεμένη την ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου εξαιτίας της ιστορικής νοθείας, που λανσάρουν και μας διαποτίζουν οι ξένες δυνάμεις;

Ο ήρωας μας, ο Μ. Αλέξανδρος, δεν είναι εκείνος, που με την σπάνια στρατηγική του ικανότητα οδήγησε μια χούφτα Έλληνες ως τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της Ασίας νικώντας φυσικά εμπόδια και στρατιές ανθρώπων, που δημιουργούσαν το δέος στην εποχή του;

Οι Έλληνες δεν πρέπει να είναι υποψιασμένοι στις νοθεύσεις της ιστορίας του Μ. Αλεξάνδρου από τους ξένους και να μη περιορίζουν, αλλά να υποστηρίζουν το μέγεθος του πραγματικού προσώπου του Μ. Αλεξάνδρου ως φορέα μιας πνευματικής δύναμης ή ακόμα μιας πνευματικής ανάγκης, που οδηγούσε σε μια διέξοδο την ιστορική εξέλιξη της ζωής;

Δεν είναι ανησυχητικό για όλο τον κόσμο πως οι Ασιάτες Κινέζοι, που παρουσιάζονται σ’ όλο τον κόσμο ως οι απόστολοι της γλυκύτητας και της ηθικής, κατόρθωσαν με την διπλωματική ευγένεια τους και μ’ ένα τρόπο συμπεριφοράς απερίγραπτης λεπτότητας να γίνουν κυρίαρχοι στο ελληνικό εμπόριο εφόσον στόχευσαν στην ελληνική κρίση του δημόσιου χρέους, για περαιτέρω ξάνοιγμα τους στις ελληνικές επενδύσεις και όχι μόνο, με κινεζικές επιχειρήσεις αρκετά καλές; Αν δεν είναι υποδούλωση η παρακολούθησή τους για τον οικονομικό ρυθμό της χώρας μας, μέσα από την αυστηρή τους ευγένεια, τότε τι είναι;

Πόσα γνωρίζουμε εμείς οι Έλληνες γι’ αυτόν τον Ασιατικό λαό εφόσον μας δίνει τα περιθώρια να το κάνουμε αυτό μόνο μέσω της εμπορικής του οδού;

Δεν είναι αλήθεια πως η Κινεζική «μαφία» έσπειρε τον οικονομικό και υγειονομικό τρόμο (κορωνοϊός) στη χώρα μας – αλλά και παγκοσμίως -, στην οποία βρήκε νέο πεδίο δόξας λαμπρό, εφόσον το ένα μετά το άλλο έκλεισαν τα πιο πολλά εμπορικά μας καταστήματα και αρκετές από τις επιχειρήσεις μας, από τις οποίες όσες απέμειναν έχουν μέλλον δυσοίωνο;

Πόσα γνωρίζουμε για τον Κινεζικό λαό, που διατήρησε την πανθεϊστική ελευθερία της θρησκευτικής του συνείδησης, εκδίωξε, κατέστρεψε στο παρελθόν τον ελληνικό πολιτισμό και συνεχίζει να τον εκριζώνει με την ανησυχητική του ευγένεια μέσω της οικονομικής οδού;

Πόση εμπιστοσύνη μπορούμε να τους δείχνουμε στις δήθεν ανησυχίες τους για την οικονομική μας κρίση που επιδεινώνεται και επεκτείνεται στην Ευρωζώνη; Η ανησυχία τους αυτή δεν είναι στην πραγματικότητα η εμπιστοσύνη που απέκτησαν στις αγορές και στο εμπόριο τους στην χώρα μας, αλλά και στις παγκόσμιες αγορές; Πως συμβάλλουν δηλαδή έτσι στην ανάπτυξη της ισχυρής, διατηρήσιμης και ισορροπημένης ανάπτυξης στην Ελλάδα, την Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε όλο τον κόσμο διατηρώντας την υποτιθέμενη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τι κάνουμε εμείς οι Έλληνες γι’ αυτό εκτός από του να τους ενισχύουμε;

Γιατί επιτρέψαμε στην Κίνα να παραλάβει τα ηνία της οικονομικής κυριαρχίας στην χώρα μας και να καλλιεργήσει το έδαφος για τη δημιουργία του δικού της πολιτισμού που θα μας επηρεάσει και θα επιδράσει στους επόμενους αιώνες;

Γιατί ξεχνούμε όλοι οι Έλληνες πως ο σπόρος της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου ήταν το γεφύρωμα του ελληνικού πολιτισμού και η μετάδοση του πνεύματος του στην Ασία; Οι Έλληνες πρέπει να ξεχνούν την ιστορία τους;

 

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

Η πολιτισμική επίδραση της μετανάστευσης των αρχαίων Ελλήνων στη Μ. Ασία διαφέρει με αυτή της σύγχρονης ελληνικής διασποράς (της Παρθένας Τσοκτουρίδου)

 


Περίπου το 1100 π.Χ. ωθούμενοι από την πίεση Δωρικών φύλων αρκετοί Έλληνες μετανάστευσαν ανατολικά από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία για να εγκατασταθούν στα νησιά του Αρχιπελάγους και στις νότιες ακτές της Μ. Ασίας, όπου οι εκβολές ποταμών και η διαμόρφωση των ακτών ευνοούσαν την ανάπτυξη του εμπορίου.

Από τον 9ο  έως τον 6ο αι. σε μια μακρά διαδοχή μεταναστεύσεων Ίωνες, Αιολείς και Δωριείς έφθασαν ως τις ακτές της Μ. Ασίας ως έμποροι, αποικιστές, τυχοδιώκτες και στρατιώτες, έκτισαν τις πόλεις τους αναμείχθηκαν με τους γηγενείς πληθυσμούς, υιοθέτησαν τμήμα της θρησκείας τους (πολύστηθη Άρτεμις) και σύντομα εγκαθίδρυσαν ένα αξιόλογο πολιτισμό που προπορεύθηκε σε πολλές περιπτώσεις εκείνου της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Η ανάπτυξη αυτού του πολιτισμού θεωρείται από αρκετούς ιστορικούς το πρώτο κεφάλαιο στην ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού κυρίως εξαιτίας της φιλοσοφικής σκέψης που παρήγαγε. 

Απ’ αυτή την περίοδο κόπηκαν τα πρώτα τετράγωνα νομίσματα από ήλεκτρον, (Λυδία-7ος αι. π.Χ.), πιθανώς ως αποτέλεσμα των εμπορικών συναλλαγών των γηγενών με τους Έλληνες, ενώ άρχισαν οι Λυδοί βασιλείς – σύμφωνα με τον Ηρόδοτο – να ενδιαφέρονται για το μαντείο των Δελφών και αν στέλνουν δώρα στον ναό του.

Αν λάβουμε υπόψη ότι η Αργοναυτική εκστρατεία τοποθετείται πριν από τον Τρωικό πόλεμο (12ος π.Χ. αι.) μπορούμε να υποθέσουμε ότι, κατά τη μυθολογία, η ελληνική παρουσία στην περιοχή του Πόντου πάει πολύ πιο πίσω και χάνεται μέσα στην αχλή του χρόνου.

Πάντως, μέχρις ότου μιλήσει η ιστορία για την πριν από το 1000 π.Χ. περίοδο, η ίδια η μυθολογία (Αργοναυτική εκστρατεία, Προμηθέας κλπ) αφήνει να εννοηθεί ή βάσιμα τοποθετεί ότι η φήμη του Πόντου, ως περιοχή με άφθονη παραγωγή και πλούσια μεταλλεύματα, έφτασε και στους ελληνικούς πληθυσμούς, ιδιαίτερα των Μικρασιατικών παραλίων. 

Έτσι οι ελληνικοί αποικισμοί που ακολούθησαν είναι βέβαιο ότι είχαν και αυτό το (οικονομικό) κίνητρο.

Το κύριο σημείο διαφοράς των αρχαίων ελληνικών αποικιών από τη νεότερη και σύγχρονη ελληνική διασπορά είναι ότι οι ελληνικές αποικίες της αρχαιότητας λειτούργησαν ως πυρήνες εξελληνισμού και εκπολιτισμού των αλλόφυλων λαών της περιοχής τους, σε αντίθεση με τους απόδημους Έλληνες των νεότερων χρόνων που έχουν αφελληνιστεί, σε ένα μεγάλο ποσοστό, από το περιβάλλον τους ή κατά κάποιο τρόπο έχουν αλλοτριωθεί.